Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου 2023

Η Ιατρική Ευθύνη των Ιατρών Εναλλακτικών Θεραπειών

 

Συντάκτης: Αθανάσιος Ρόζου


Οι Ιατροί που Εφαρμόζουν Εναλλακτικές Θεραπείες Έχουν την Ίδια Αστική, Ποινική και Πειθαρχική Ευθύνη με τους Ιατρούς που Εφαρμόζουν Συμβατικές Θεραπείες

Κατά καιρούς δημοσιεύονται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ρεπορτάζ, που αφορούν την έκδοση δικαστικών αποφάσεων σχετικών με θέματα ιατρικής ευθύνης. Ασθενείς, στους οποίους προκλήθηκαν σωματικές βλάβες, ή συγγενείς τους, σε περίπτωση θανάτου λόγω ιατρικού λάθους, προσφεύγουν στη δικαιοσύνη κατά των υπευθύνων ιατρών, αιτούμενοι αφενός τον ποινικό και πειθαρχικό κολασμό τους και αφετέρου την καταβολή αποζημίωσης για τη προκληθείσα σε αυτούς ζημία.

Η εναλλακτική ιατρική προσελκύει περισσότερο το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης

Από τις εν λόγω δικαστικές αποφάσεις έχουν μεγαλύτερη προβολή από τα μέσα όσες αφορούν ιατρούς, που ασχολούνται με τις εναλλακτικές θεραπείες. Αυτό είναι εύλογο, εφόσον η εναλλακτική ιατρική ως ένας τομέας κατά το πλείστο αχαρτογράφητος, προκαλεί περισσότερο το ενδιαφέρον και ως εκ τούτου συνεπάγεται μεγαλύτερη αναγνωσιμότητα. Όσοι δε ιατροί εφαρμόζουν εναλλακτικές μεθόδους θεραπείας παρουσιάζονται από τους δημοσιογράφους(;) κυρίως ως σαμάνοι, που δε διστάζουν να διακινδυνεύσουν την υγεία των ασθενών τους εφαρμόζοντας μεθόδους αμφισβητούμενες. Εντούτοις, η αλήθεια είναι ότι στο σύνολο των ιατρών, που καταδικάζονται για αμέλεια ή ακόμη και απάτη κατά την άσκηση του επαγγέλματός τους, οι της εναλλακτικής ιατρικής συνιστούν τη συντριπτική μειοψηφία.

Ποιες θεωρούνται εναλλακτικές θεραπείες

Εναλλακτικές θεωρούνται όσες μέθοδοι διάγνωσης και θεραπείας δεν στηρίζονται στην παραδοσιακή δυτική ιατρική. Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η μη επαρκής επιστημονική τεκμηρίωσή τους, η οποία οφείλεται, κατά τους υπέρμαχούς τους, στην έλλειψη υποστήριξης από μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και, κατά τους πολέμιούς τους, στην αναποτελεσματικότητά τους. Επιπλέον, η εναλλακτική ιατρική αποφεύγει τη χρήση συμβατικών φαρμάκων και προσπαθεί να θεραπεύσει τον ασθενή στηριζόμενη κυρίως στα φυσικά, πνευματικά και συναισθηματικά χαρακτηριστικά του, καθώς και στην ικανότητα αυτοθεραπείας του ανθρώπινου σώματος, με την κατάλληλη υποστήριξη. Περισσότερο γνωστές πρακτικές της εναλλακτικής ιατρικής είναι η ομοιοπαθητική, ο βελονισμός, ο ηλεκτροβελονισμός, ο βιοσυντονισμός, η παραδοσιακή κινεζική ιατρική, η βοτανοθεραπεία, η ρεφλεξολογία, η αγιουρβεδική ιατρκή κ.α.

Η αλματώδης διάδοση της εναλλακτικής ιατρικής

Ιδιαίτερα κατά τα τελευταία έτη όλο και περισσότεροι ασθενείς στρέφονται για την ίασή τους σε εναλλακτικές θεραπευτικές μεθόδους. Αυτό οφείλεται στη διάδοση τους στόμα με στόμα μέσω των ασθενών, στην παρουσίαση ολοένα και περισσοτέρων επιστημονικών ερευνών σχετικά με την αποτελεσματικότητά τους, στην αμφισβήτηση της αποτελεσματικότητας της δυτικής ιατρικής με την ταυτόχρονη χορήγηση της συμβατικής φαρμακευτικής αγωγής, στην αύξηση του αριθμού των ιατρών, που εφαρμόζουν εναλλακτικές μεθόδους θεραπείας, στη δυσαρέσκεια, που προκαλεί η ευρέως διαδεδομένη πλέον αντίληψη ότι η συμβατική ιατρική στοχεύει στην εξάλειψη του συμπτώματος και όχι της αιτίας της ασθένειας, καθώς και στην ευρέως γνωστή και αποδεδειγμένη πρακτική των φαρμακευτικών εταιριών να προβαίνουν σε παροχές κάθε είδους προς τους ιατρούς για να συνταγογραφούν τα φάρμακα της παραγωγής τους.

Το δικαίωμα του ιατρού στην εφαρμογή εναλλακτικών θεραπευτικών μεθόδων

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005), κάθε ιατρός απολαμβάνει κατά την άσκηση του επαγγέλματός του επιστημονική ελευθερία και ελευθερία της συνειδήσεως, παρέχει δε τις ιατρικές του υπηρεσίες με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Επιπρόσθετα, πρέπει να ενεργεί με βάση τους κανόνες της τεκμηριωμένης και βασισμένης σε ενδείξεις ιατρικής επιστήμης. Κατά την άσκηση της ιατρικής έχει πλήρη ελευθερία στο πλαίσιο των γενικά αποδεκτών κανόνων και μεθόδων της ιατρικής επιστήμης, όπως αυτοί διαμορφώνονται με βάση τα αποτελέσματα της εφαρμοσμένης σύγχρονης επιστημονικής έρευνας. Έχει δικαίωμα για επιλογή μεθόδου θεραπείας, την οποία κρίνει ότι υπερτερεί σημαντικά έναντι άλλης, για τον συγκεκριμένο ασθενή, με βάση τους σύγχρονους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, και παραλείπει τη χρήση μεθόδων που δεν έχουν επαρκή επιστημονική τεκμηρίωση.

Αν και από την ανωτέρω διάταξη περί απαγόρευσης χρήσης μεθόδων χωρίς επαρκή επιστημονική τεκμηρίωση επιχειρείται να φωτογραφηθούν ως τέτοιες οι εναλλακτικές μέθοδοι θεραπείας, εντούτοις η εφαρμογή τους δεν απαγορεύεται ρητά. Η κρίση για την ύπαρξη ή μη επαρκούς επιστημονικής τεκμηρίωσης μίας θεραπείας ανήκει κατ’ αρχήν στον ιατρό που την εφαρμόζει και εν συνεχεία στα πειθαρχικά όργανα και τις δικαστικές αρχές, εφόσον διαπιστωθεί βλάβη της υγείας του ασθενούς από την εφαρμοσθείσα θεραπεία.

Η ποινική ευθύνη του ιατρού για σωματική βλάβη από αμέλεια

Υπάρχει ποινική ευθύνη του ιατρού για σωματική βλάβη ασθενούς από αμέλεια, στις περιπτώσεις εκείνες που το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται σε παράβαση από αυτόν των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης, για τους οποίους δεν μπορεί να γεννηθεί αμφισβήτηση και η ενέργεια ή η παράλειψη του δεν ήταν σύμφωνη με το αντικειμενικά επιβαλλόμενο καθήκον επιμέλειας. Η ιδιαίτερη αυτή νομική υποχρέωση του ιατρού να αποτρέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα της σωματικής βλάβης του ασθενούς απορρέει από το νόμο (άρθρο 24 α.ν. 1565/1939 "Περί κωδικός ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος'), από τον κώδικα ιατρικής δεοντολογίας (άρθρ. 8 του β.δ. 156/6.7.1955 και ήδη ν. 3418/2005 "Περί κανονισμού ιατρικής δεοντολογίας") και από την εγγυητική θέση αυτού απέναντι στην ασφάλεια της ζωής ή της υγείας του ασθενούς που δημιουργείται κατά την εκτέλεση της ιατρικής πράξης.

Ο ιατρός ευθύνεται, αν από επιπολαιότητα ή άγνοια των πραγμάτων, τα οποία έπρεπε κατά την επιστήμη του να γνωρίζει, δεν ακολούθησε γενικά παραδεκτές αρχές της ιατρικής επιστήμης ή αναγνωρισμένες σύγχρονες μεθόδους και η άγνοια, η επιπολαιότητα ή η απρονοησία του, τον οδήγησαν σε εσφαλμένη διάγνωση ή θεραπευτική αγωγή ή σε επέμβαση ή σε μη επέμβαση και μη λήψη μέτρων για να αποτραπούν προσβολές ή κίνδυνοι κατά της σωματικής ακεραιότητας, της υγείας ή της ζωής του ασθενούς που επιλήφθηκε. Έτσι ελέγχεται ο ιατρός για κάθε ενέργεια ή παράλειψή του υπό την ανωτέρω ιδιότητα του ως προς την παρακολούθηση της πορείας του ασθενούς, δηλαδή εάν ενήργησε την ακολουθητέα ιατρική αγωγή και τις επιβαλλόμενες εξετάσεις ή και άλλες επεμβατικές ιατρικές πράξεις προς αντιμετώπιση της παρενέργειας ή επιπλοκής που θα ήταν κίνδυνος να επιφέρει βλάβη της υγείας του ασθενούς, όπως κάθε μέσος ιατρός της ειδικότητάς του θα έπραττε υπό τις ίδιες περιστάσεις, όντας σε γνώση του ιστορικού και των συμπτωμάτων του ασθενούς και έχοντας τη δυνατότητα και την εμπειρία να προβλέψει τα δυσμενή αυτά συμπτώματα και τις ακολουθούσες βλάβες που εμφανίζουν ασθενείς υποβαλλόμενοι σε ιατρική επέμβαση.

Η νομική τεκμηρίωση της ιατρικής αμέλειας

Κατά το άρθρο 314 παρ. 1 εδ. α του Ποινικού Κώδικα (ΠΚ) "όποιος από αμέλεια προκαλεί σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών". Από το συνδυασμό της διάταξης αυτής με εκείνη του άρθρου 28 του ΠΚ, κατά την οποία από αμέλεια πράττει όποιος από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλλει, είτε δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο προκάλεσε η πράξη του, είτε το προέβλεψε ως δυνατό, πίστεψε όμως ότι δεν θα επερχόταν, προκύπτει ότι για τη θεμελίωση της σωματικής βλάβης από αμέλεια, απαιτείται να διαπιστωθεί αφενός ότι ο δράστης δεν κατέβαλε την απαιτούμενη κατ' αντικειμενική κρίση, προσοχή, την οποία οφείλει να καταβάλλει κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος, κάτω από τις ίδιες πραγματικές καταστάσεις, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνθήκες που επικρατούν στις συναλλαγές, την κοινή πείρα, τη λογική και τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, και αφετέρου ότι είχε τη δυνατότητα να προβλέψει και αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο πρέπει να τελεί σε αντικειμενικά αιτιώδη σύνδεσμο με την πράξη ή την παράλειψη. Η παράλειψη, ως έννοια, ενυπάρχει σε κάθε είδος αμέλειας, εφόσον το ένα είδος της ευθύνης συνίσταται στην μη καταβολή της προσοχής, δηλαδή σε μία παράλειψη. Όταν όμως η αμέλεια δεν συνίσταται σε ορισμένη παράλειψη, αλλά σε σύνολο συμπεριφοράς που προηγήθηκε του αποτελέσματος, τότε, για τη θεμελίωση της σωματικής βλάβης από αμέλεια, ως εγκλήματος που τελείται με παράλειψη, απαιτείται και η συνδρομή των όρων του άρθρου 15 του ΠΚ, κατά το οποίο, όπου ο νόμος, για την ύπαρξη αξιόποινης πράξης απαιτείται να έχει επέλθει ορισμένο αποτέλεσμα, η μη αποτροπή του τιμωρείται όπως η πρόκληση του με ενέργεια, αν ο υπαίτιος της παράλειψης είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αποτελέσματος. Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι αναγκαία προϋπόθεση της εφαρμογής της είναι η ύπαρξη ιδιαίτερης (δηλαδή ειδικής και όχι γενικής) υποχρεώσεως του υπαιτίου προς ενέργεια, που τείνει στην παρεμπόδιση του αποτελέσματος, για την επέλευση του οποίου ο νόμος απειλεί ορισμένη ποινή. Η ιδιαίτερη αυτή υποχρέωση μπορεί να πηγάζει από ρητή διάταξη νόμου ή από σύμπλεγμα νομικών καθηκόντων, που συνδέονται με ορισμένη συμπεριφορά του υπαιτίου από την οποία δημιουργήθηκε ο κίνδυνος επέλευσης του εγκληματικού αποτελέσματος. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να αναφέρεται και αιτιολογείται στη δικαστική απόφαση η συνδρομή αυτής της υποχρεώσεως και να προσδιορίζεται ο επιτακτικός κανόνας δικαίου από τον οποίο πηγάζει.

Η ευθύνη των ιατρών που εφαρμόζουν εναλλακτικές θεραπείες ειδικότερα

Σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις κάθε ιατρός πρέπει κατά την άσκηση του επαγγέλματός του να καταβάλλει την προσοχή, που μπορεί και οφείλει σύμφωνα με τις περιστάσεις, προκειμένου να προβλέψει ενδεχόμενη βλάβη της υγείας του ασθενούς από τη θεραπεία που συστήνει. Ιδιαίτερα οι ιατροί, που εφαρμόζουν εναλλακτικές θεραπείες και είναι μειοψηφία στο σύνολο των ιατρών, θα πρέπει να είναι περισσότερο προσεκτικοί, επειδή είναι ευκολότερο να τους καταλογιστεί ότι δεν συνέστησαν στον ασθενή τους την αγωγή, που θα συνέστηνε η πλειοψηφία των συναδέλφων τους, σε περίπτωση βλάβης της υγείας του. Δεν πρέπει να λησμονείται επίσης ότι ο ιατρός, που μετέρχεται εναλλακτικές θεραπευτικές μεθόδους, προσφέρεται περισσότερο για καταλογισμό ευθυνών από ένα ασθενή, που ζημιώθηκε, ανεξάρτητα, εάν η ζημία προήλθε από την αστοχία της συγκεκριμένης θεραπείας.

Η προστασία των ιατρών εναλλακτικών θεραπειών

Οι ιατροί, που συστήνουν εναλλακτικές θεραπείες, πρέπει κατ’ αρχήν να μην παρεκκλίνουν από την πιστή εφαρμογή του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005) και να παράσχουν τη συνδρομή τους με «ζήλο, ευσυνειδησία και αφοσίωση» κατά τις επιταγές του άρθρου 23 του Ν. 1565/1939.

Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Κώδικα, ο ιατρός έχει καθήκον αληθείας προς τον ασθενή. Οφείλει να τον ενημερώνει πλήρως και κατανοητά για την πραγματική κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της προτεινόμενης ιατρικής πράξης, τις συνέπειες και τους ενδεχόμενους κινδύνους ή επιπλοκές από την εκτέλεσή της, τις εναλλακτικές προτάσεις, καθώς και για τον πιθανό χρόνο αποκατάστασης, έτσι ώστε ο ασθενής να μπορεί να σχηματίζει πλήρη εικόνα των ιατρικών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων και συνεπειών της κατάστασής του και να προχωρεί, ανάλογα, στη λήψη αποφάσεων. Μόνο μετά την πλήρη και λεπτομερή ενημέρωση του ασθενούς και την αβίαστη και κατηγορηματική συναίνεσή του θα πρέπει ο ιατρός να συστήνει οποιαδήποτε εναλλακτική θεραπευτική μέθοδο. Η ενημέρωση πρέπει να γίνεται σε απλή και κατανοητή για τον ασθενή γλώσσα ως προς τη φύση, το σκοπό, τις συνέπειες και τους κινδύνους οποιασδήποτε ιατρικής πράξης, τις ενδεχόμενες επιπλοκές και τον πιθανό χρόνο αποκατάστασης (άρ. 5§2 σύμβασης Oviedo και άρ. 11§1 ΚΙΔ), ενώ δεν απαιτείται να είναι έγγραφη αλλά αρκεί και ο προφορικός τύπος.

Η διάγνωση των ασθενειών θα πρέπει να γίνεται πρωτίστως ή να επιβεβαιώνεται με τις συμβατικές διαγνωστικές μεθόδους και δευτερευόντως με εναλλακτικές, όπως λόγου χάρη με βιοσυντονισμό.

Ο ασθενής θα πρέπει να παραπέμπεται πάντα ή να λαμβάνει τη συμβουλή ιατρού της κατάλληλης ειδικότητας, εάν η ασθένειά του είναι εκτός του γνωστικού πεδίου και ειδικότητας του θεράποντος ιατρού.

Ο ιατρός θα πρέπει να προτείνει κατ’ αρχήν στον ασθενή τις συμβατικές θεραπευτικές μεθόδους και να εφαρμόζει εναλλακτικές μορφές θεραπείας μόνο μετά από πλήρη, λεπτομερή και ξεκάθαρη ενημέρωσή του κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα και τη λήψη της συγκατάθεσής του με τους όρους και τις προϋποθέσεις, που αναφέρονται παρακάτω.

Ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του ασθενή σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας. Ειδικότερα, οι προϋποθέσεις της έγκυρης συναίνεσης του ασθενή είναι οι ακόλουθες:

  1. Να παρέχεται μετά από πλήρη, σαφή και κατανοητή ενημέρωση, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο 11 του Κώδικα, που αναφέρθηκε ανωτέρω.
  2. Ο ασθενής να έχει ικανότητα για συναίνεση.
    1. Αν ο ασθενής είναι ανήλικος, η συναίνεση δίδεται από αυτούς που ασκούν τη γονική μέριμνα ή έχουν την επιμέλειά του. Λαμβάνεται, όμως, υπόψη και η γνώμη του, εφόσον ο ανήλικος, κατά την κρίση του ιατρού, έχει την ηλικιακή, πνευματική και συναισθηματική ωριμότητα να κατανοήσει την κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο της ιατρικής πράξης και τις συνέπειες ή τα αποτελέσματα ή τους κινδύνους της πράξης αυτής. Στην περίπτωση της παραγράφου 3 του άρθρου 11 απαιτείται πάντοτε η συναίνεση των προσώπων που ασκούν τη γονική μέριμνα του ανηλίκου.
    2. Αν ο ασθενής δεν διαθέτει ικανότητα συναίνεσης, η συναίνεση για την εκτέλεση ιατρικής πράξης δίδεται από τον δικαστικό συμπαραστάτη, εφόσον αυτός έχει ορισθεί. Αν δεν υπάρχει δικαστικός συμπαραστάτης, η συναίνεση δίδεται από τους οικείους του ασθενή. Σε κάθε περίπτωση, ο ιατρός πρέπει να προσπαθήσει να εξασφαλίσει την εκούσια συμμετοχή, σύμπραξη και συνεργασία του ασθενή, και ιδίως εκείνου του ασθενή που κατανοεί την κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο της ιατρικής πράξης, τους κινδύνους, τις συνέπειες και τα αποτελέσματα της πράξης αυτής.
  3. Η συναίνεση να μην είναι αποτέλεσμα πλάνης, απάτης ή απειλής και να μην έρχεται σε σύγκρουση με τα χρηστά ήθη.
  4. Η συναίνεση να καλύπτει πλήρως την ιατρική πράξη και κατά το συγκεκριμένο περιεχόμενό της και κατά το χρόνο της εκτέλεσής της.

Κατ' εξαίρεση δεν απαιτείται συναίνεση:

  1. στις επείγουσες περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν μπορεί να ληφθεί κατάλληλη συναίνεση και συντρέχει άμεση, απόλυτη και κατεπείγουσα ανάγκη παροχής ιατρικής φροντίδας,
  2. στην περίπτωση απόπειρας αυτοκτονίας ή
  3. αν οι γονείς ανήλικου ασθενή ή οι συγγενείς ασθενή που δεν μπορεί για οποιονδήποτε λόγο να συναινέσει ή άλλοι τρίτοι, που έχουν την εξουσία συναίνεσης για τον ασθενή, αρνούνται να δώσουν την αναγκαία συναίνεση και υπάρχει ανάγκη άμεσης παρέμβασης, προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία του ασθενή.

Η ευθύνη του ιατρού για τα αποτελέσματα της εφαρμοζόμενης θεραπείας

Μία εναλλακτική θεραπευτική μέθοδος μπορεί να περιλαμβάνει τη μηχανική επέμβαση στο σώμα του ασθενούς (π.χ. χειροπρακτική), τη χορήγηση φαρμακευτικών σκευασμάτων (π.χ. ομοιοπαθητικών), καθώς και συνεδρίες με μηχανήματα (π.χ. βιοσυντονισμού, ηλεκτροβελονισμού). Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι ο ιατρός δεν ευθύνεται, εάν η θεραπεία, εναλλακτική ή συμβατική, δεν επιφέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα στην υγεία του ασθενούς, εφόσον τηρήθηκαν από την πλευρά του όλοι οι κανόνες του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας και ιδιαίτερα ο κανόνας της ενημέρωσης και συγκατάθεσης του ασθενούς. Όπως βέβαια είναι εύλογο, δεν ευθύνεται ο ιατρός για φορολογικές ή άλλες εκκρεμότητες προς το κράτος των εταιριών, που παράγουν τα σκευάσματα ή μηχανήματα, όπως αντίστοιχα δεν ευθύνονται και οι εταιρίες για τις σχέσεις του ιατρού με τις κρατικές αρχές, τις φορολογικές ή άλλες υποχρεώσεις του.

Μη διστάσετε να αποταθείτε στο δικηγορικό μας γραφείο για οποιοδήποτε θέμα ιατρικής ευθύνης σας απασχολεί. Θα χαρούμε πολύ να σας βοηθήσουμε και να σας φανούμε χρήσιμοι.


Η Ιατρική Ευθύνη των Ιατρών Εναλλακτικών Θεραπειών (nomikosodigos.info)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου